Η εφηβεία υπήρξε ανέκαθεν μια πολύ σημαντική φάση στη ζωή του ατόμου χαρακτηριζόμενη από έντονους προβληματισμούς και αμφισβητήσεις. Οι φυσικές και ψυχολογικές μεταβολές που συνεπάγεται η περίοδος αυτή οδηγούν τον έφηβο σε έναν επαναπροσδιορισμό των σχέσεών του με τους γονείς και τους συνομήλικους.
Ο Erikson αναφέρει ως κύριο χαρακτηριστικό της εφηβείας τον κίνδυνο σύγχυσης των ρόλων και τις αμφιβολίες γύρω από τη σεξουαλική και την επαγγελματική ταυτότητα. Ωστόσο, είναι ιδιαίτερα σημαντικό για ένα ασφαλές πέρασμα της εφηβείας να έχουν ολοκληρωθεί επιτυχώς τα προηγούμενα στάδια της ανάπτυξης. Για ένα επιτυχημένο «πέρασμα» των αναπτυξιακών σταδίων μέχρι την εφηβεία τον σημαντικότερο ρόλο έχουν οι γονείς, οι οποίοι θα πρέπει να αναπτύξουν μια ασφαλή σχέση με το παιδί ώστε να το βοηθήσουν να ανεξαρτητοποιηθεί. Για παράδειγμα, ένα νεαρό άτομο που κατά την παιδική ηλικία είχε υποστεί κακοποίηση από τον γονέα (μη ασφαλής σχέση), πιθανότατα θα εμφανίσει μεγαλύτερη δυσκολία να επεξεργαστεί τις «εφηβικές» συγκρούσεις λόγω της δυσπιστίας του να συνάψει ασφαλείς σχέσεις με τους συνομηλίκους του. Αντιθέτως, ένα παιδί που έχει γίνει αποδεκτό χωρίς όρους από τους γονείς του (ασφαλής σχέση) θα συνάπτει με άνεση κοινωνικές σχέσεις και θα εκτιμά τη βοήθεια που του παρέχουν οι άλλοι.
Βέβαια, το πέρασμα της εφηβείας δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητο από το κοινωνικό περιβάλλον. Ως κοινωνικό περιβάλλον εννοούμε, όχι μόνο τις συνθήκες που επικρατούν στην κοινωνία αλλά και το ρόλο των γονέων, οι οποίοι με τις απόψεις τους και τη συμπεριφορά τους «επικοινωνούν» στους έφηβους τις κυρίαρχες πολιτισμικές αξίες. Η περίοδος της εφηβείας ούσα από μόνη της μια κρίσιμη περίοδος, θεωρούμε ότι αναδεικνύεται κρισιμότερη στο σύγχρονο κοινωνικό περιβάλλον. Τώρα, οι αμφιβολίες του εφήβου για τη σεξουαλική και ιδιαίτερα για την επαγγελματική του ταυτότητα είναι εντονότερες, αφου δεν αποτελούν μόνο ένα εσωτερικό χαρακτηριστικό του, κυρίαρχο γνώρισμα της εφηβικής σκέψης, αλλά μια εξωτερική πραγματικότητα στην κοινωνία. Οι δυσμενείς συνθήκες που επικρατούν στην κοινωνία (ανεργία, φτώχεια κ.α), οι γρήγοροι ρυθμοί της ζωής και η σύγχυση των ενηλίκων ως προς τις ηθικές αξίες βιώνονται ως μια όχι τόσο ξεκάθαρη απειλή για τον έφηβο, η οποία προστίθεται στις ήδη αρκετές ανησυχίες που έχει.
Η αντίδραση του εφήβου στις έντονες εσωτερικές συγκρόυσεις που τον διατρέχουν γίνεται τώρα ακόμα εντονότερη. Συνήθως, είτε θα στραφεί σε ομάδες συνομηλίκων «ιδεολογικοποιώντας» την ανάγκη του να γίνει αποδεκτός και να βιώσει συναισθήματα (π.χ ομάδες emo), είτε θα απομονωθεί υιοθετώντας ρόλους σε παιχνίδια μέσω του Internet, μπορώντας, χωρίς λογοκρισία, να βρει εκεί μια ταυτότητα. Η υιοθέτηση της μίας ή της άλλης πρακτικής εξαρτάται κατα πολύ από τους τρόπους που έχει μάθει να σχετίζεται το άτομο σε προηγούμενα στάδια της ανάπτυξής του. Επίσης, πολλές φορές παρατηρείται η διαμαρτυρία πολλών γονέων για τη συμπεριφορά των παιδιών τους, τα οποία, όπως πιστεύουν αδιαφορούν για το μέλλον τους. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει την τάση που έχουν οι έφηβοι να αμφισβητούν τους γονείς και τους ωθεί να απομακρυνθούν συναισθηματικά απο την οικογένειά τους. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι εκτός από τις αντικειμενικά δυσμενείς συνθήκες του σύγχρονου κοινωνικού περιβάλλοντος που έχουν να «αντιμετωπίσουν» οι έφηβοι προστίθεται συχνά και η μη κατανόηση από τους γονείς ότι η «αδιαφορία» των παιδιών τους αποτελεί μια λογική απάντηση σε ένα απειλητικό εξωτερικό περιβάλλον και όχι ένα εσωτερικό χαρακτηριστικό.
Οι συνθήκες που επικρατούν στο σύγχρονο κοινωνικό περιβάλλον και ο τρόπος με τον οποίο οι γονείς αντιλαμβάνονται την επίδρασή του στη συμπεριφορά των παιδιών τους θα λέγαμε ότι επιδρούν καθοριστικά στο πόσο ομαλά και λιγότερο επώδυνα θα περάσουν το στάδιο της εφηβείας τα νεαρά άτομα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Κώστας Γ. Μάνος, «Ψυχολογία του Εφήβου», Εκδόσεις Γρηγόρη, Αθήνα 1999
Sadock, B.,& Sadock, A. “Εγχειρίδιο Κλινικής Ψυχιατρικής”, Επιστημονικές Εκδόσεις Παρισιάνου, Αθήνα 2004
Kaplan & Sadock’s, “ Ψυχιατρική”, Ιατρικές εκδόσεις Λίτσας, Αθήνα